Η ιδιωτικότητα στο επίκεντρο των μεταδεδομένων


 ΤΑ ΜΕΤΑΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Με την πλήρη ψηφιοποίηση της επικοινωνίας και την καθολική χρήση των κοινωνικών δικτύων έχουν επικρατήσει παγκοσμίως τα φορητά μέσα επικοινωνίας, έχοντας ως επακόλουθο τη συσσώρευση όλων των επικοινωνιών μας σε μία μοναδική συσκευή, η οποία μάλιστα βρίσκεται συνεχώς πάνω μας, παρέχοντας παράλληλα άμεση πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Τα αναλυτικά ίχνη των μεταδεδομένων επικοινωνίας, που παράγει η αδιάκοπη χρήση των φορητών έξυπνων συσκευών επικοινωνίας διευκολύνουν τη συλλογή πρωτοφανούς πληθώρας δεδομένων, διαμορφώνοντας νέες κατηγορίες μεταδεδομένων, όπως δεδομένα γεω-εντοπισμού, βιομετρικά δεδομένα, δεδομένα αναγνώρισης προσώπου και δακτυλικών αποτυπωμάτων, που μπορούν να αποκαλύψουν ζωτικές πληροφορίες για τα υποκείμενα, ιδιαίτερα μάλιστα όταν συλλέγονται σε μεγάλη κλίμακα σε ολόκληρο τον πληθυσμό.Βασικό χαρακτηριστικό των μεταδεδομένων επικοινωνίας, το οποίο μάλιστα τα ανάγει σε πληροφοριακό χρυσό, αποτελεί η ευκολία συλλογής και ανάλυσής τους, καθώς αποτελούν από τη φύση τους δομημένα δεδομένα με τυποποιημένη και προβλέψιμη μορφή, αφού αποτυπώνουν κυρίως νούμερα, δηλαδή τηλεφωνικούς αριθμούς, ημερομηνία, ώρα και διάρκεια της επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να μπορούν να υποβληθούν εύκολα σε ποσοτική ανάλυση σε μεγάλη κλίμακα. Η τυποποιημένη φύση τους έχει καταστήσει ακόμα πιο εύκολη την επεξεργασία τους με τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, την ψηφιακή εξόρυξη δεδομένων μέσω εξελιγμένων υπολογιστικών προγραμμάτων και τη δυνατότητα συλλογής, αποθήκευσης κι επεξεργασίας τεράστιου όγκου δεδομένων προσωπικών επικοινωνιών, που μπορούν με ευχέρεια να μετατρέψουν αυτά τα ίχνη επικοινωνίας σε ουσιαστικές και ζωτικές πληροφορίες για τα υποκείμενα.


Από την άλλη πλευρά, το περιεχόμενο της επικοινωνίας δεν διαθέτει δομημένη φύση, καθώς στερείται μιας κοινής ενιαίας μορφής, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολο να υποστεί επεξεργασία με τον ίδιο αυτοματοποιημένο τρόπο, όπως τα μεταδεδομενα επικοινωνίας. Το περιεχόμενο επηρεάζεται άμεσα από υποκειμενικούς και απρόβλεπτους παράγοντες, αφού μπορεί να είναι αποτυπωμένο σε έμμεση ή δυσνόητη μορφή, μπορεί να εκφέρεται με υπονοούμενα ή σε γλώσσα, που δεν είναι εύκολα ή αυτόματα κατανοητή, έτσι ώστε η «ανάγνωση», η «ακρόαση» και η επεξεργασία του να αποτελεί δύσκολο εγχείρημα, δεδομένου μάλιστα ότι η κρυπτογράφησή του πραγματοποιείται ευκολότερα από τα μεταδεδομένα. Παρά δε το γεγονός ότι η τεχνική της αυτοματοποιημένης αποκρυπτογράφησης της επικοινωνίας έχει εξελιχθεί τεχνολογικά, εξακολουθεί από τη φύση της να αποτελεί μια δύσκολη και επιρρεπής σε σφάλματα διαδικασία, με αποτέλεσμα η απομαγνητοφώνηση και η εξόρυξη του περιεχομένου εκατοντάδων εκατομμυρίων επικοινωνιών ημερησίως να αποτελεί δύσκολο έργο. Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι στις περιπτώσεις επιτήρησης των επικοινωνιών οι μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών και οι Αρχές επιβολής του νόμου καταφεύγουν πρωτίστως στα μεταδεδομένα επικοινωνίας, αφού η συλλογή κι η επεξεργασία τους πραγματοποιείται πιο εύκολα, οικονομικά και αποδοτικά σε σύγκριση με την ανάλυση του περιεχομένου της επικοινωνίας, που δημιουργεί ανυπέρβλητες δυσκολίες λόγω της φύσης του.Καθίσταται σαφές από τα παραπάνω ότι τα «συμφραζόμενα» της επικοινωνίας, τα οποία στο εγγύς παρελθόν θεωρούνταν άχρηστα υποπροϊόντα των υπηρεσιών των Παρόχων έχουν σταδιακά μεταβληθεί σε πολύτιμες πηγές πληροφοριών σχετικά με τους χρήστες – συνδρομητές. Δεν είναι πλέον ασφαλές να υποθέσει κανείς ότι οι εν λόγω πληροφορίες «μη περιεχομένου», που παρέχουν τα μεταδεδομένα επικοινωνίας είναι λιγότερο αποκαλυπτικές ή ευαίσθητες για την ιδιωτική ζωή των υποκειμένων από το ίδιο το περιεχόμενο της επικοινωνίας, αλλά αντιθέτως θα μπορούσαν να περιγραφούν ορθότερα ως «διαφορετικά παρεμβατικές», καθώς δύνανται να αποκαλύψουν με απόλυτη ακρίβεια τον ιστό των κοινωνικών, θρησκευτικών και πολιτικών πεποιθήσεων των υποκειμένων – χρηστών. Τα μεταδεδομένα επικοινωνίας μπορεί να δίνουν την πρώτη εντύπωση ότι αποτελούν πληροφορίες σχετικά με τους αριθμούς, που καλούνται ή απλά τη διάρκεια της επικοινωνίας, παρά ταύτα η συλλογή κι η επεξεργασία τους αποκαλύπτουν πληροφορίες, που παραδοσιακά μπορούσαν να συλλεχθούν μόνο με την ανάλυση του περιεχομένου της επικοινωνίας. Άλλωστε, αν αναλογιστεί κανείς ότι ορισμένοι τηλεφωνικοί αριθμοί προορίζονται αποκλειστικά και μόνο για έναν σκοπό, όπως για παράδειγμα οι τηλεφωνικές γραμμές υποστήριξης για θύματα ενδοοικογενειακής βίας, συνάγεται ευχερώς το συμπέρασμα ότι επανειλημμένες κλήσεις σε έναν τέτοιο αριθμό αποκαλύπτουν ουσιαστικές και συχνά ευαίσθητες πληροφορίες για το άτομο, οι οποίες είναι πολύ συχνά πιο διεισδυτικές σε σύγκριση με την επεξεργασία του ίδιου του περιεχόμενου της επικοινωνίας.

ΙΙ. Η χρήση και η αξία των μεταδεδομενων επικοινωνίας στο πλαίσιο της ψηφιοποιημένης επικοινωνίας

  1. i. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω μπορεί να διαπιστωθεί ότι η πρόσβαση στο περιεχόμενο των επικοινωνιών δεν είναι πλέον απαραίτητη για να εξορυχθούν μοτίβα και να χαρτογραφηθεί η συμπεριφορά των χρηστών. Η σκιαγράφηση του βιο-πορτρέτου του υποκειμένου μέσω της συλλογής και της επεξεργασίας των μεταδεδομένων επικοινωνίας δεν βασίζεται πλέον σε συμβατικές μεθόδους ψυχολογίας, όπως απαιτείται για την ανάλυση του περιεχομένου αυτής, όπου κρίνεται απαραίτητη η μεσολάβηση του ανθρώπινου παράγοντα και η θεωρητική ερμηνεία του νοήματος του εκάστοτε μηνύματος, αλλά αντίθετα πηγάζει από μαθηματική ανάλυση βάσει αλγοριθμικών συσχετισμών κατόπιν σύγκρισης τεράστιας ποσότητας δεδομένων[26]. Έτσι, οι πληροφορίες, που αντλούνται από την επεξεργασία των μεταδεδομένων επικοινωνίας είναι δυνατόν να διαμορφώσουν το ψηφιακό προφίλ του χρήστη, δημιουργώντας ένα λεπτομερές αρχείο, το οποίο μάλιστα αποτυπώνει ιδιαίτερα προσωπικές πληροφορίες για το άτομο, όπως τις φιλικές, ερωτικές ή επαγγελματικές σχέσεις, την καταναλωτική συμπεριφορά, τις προσωπικές προτιμήσεις, την οικονομική κατάσταση, τη γεωγραφική θέση[27], τις πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις του χρήστη – συνδρομητή. Άλλωστε, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το επίπεδο διεισδυτικότητας στην ιδιωτική ζωή του ατόμου των μεταδεδομένων, που αποτυπώνουν με ακρίβεια την τοποθεσία των χρησιμοποιούμενων συσκευών επικοινωνίας, αφού η διεύθυνση κατοικίας του υποκειμένου μπορεί να αποκαλύψει ευχερώς την οικονομική του επιφάνεια, ο τόπος λατρείας δύναται να υποδηλώσει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ενώ οι τακτικές επισκέψεις σε ιατρικές υπηρεσίες μπορούν να σκιαγραφήσουν ευαίσθητα ιατρικά δεδομένα του ατόμου[28].  Από τα ανωτέρω λεχθέντα συνάγεται ότι η αδιάκοπη συγκέντρωση δεδομένων γεω-εντοπισμού των εκάστοτε συσκευών επικοινωνίας μπορεί να οδηγήσει στην αναγνώριση της ταυτότητας ενός χρήστη αποκλειστικά και μόνο βάσει ενός ανώνυμου ίχνους θέσης[29], ταυτίζοντας με αυτόν τον τρόπο την κατοχή μιας φορητής έξυπνης συσκευής επικοινωνίας με την ύπαρξη ενός «κατασκόπου στην τσέπη» του χρήστη[30], αφού με αυτόν τον τρόπο χαρτογραφείται λεπτομερώς κάθε ενέργεια του υποκειμένου καθημερινά, σε τέτοιο βαθμό επιτήρησης, που πλησιάζει το επίπεδο ενός κρατούμενου στη φυλακή[31]. Κατά συνέπεια, η συλλογή και η επεξεργασία των μεταδεδομένων επικοινωνίας ενός υποκειμένου μπορεί να παρέχει τόσο διεισδυτική παρακολούθηση των κινήσεων και των επικοινωνιών του, σε επίπεδο που δεν ήταν ποτέ εφικτό στο παρελθόν.

Συνεπώς, μεμονωμένα δεδομένα, τα οποία στο παρελθόν ουδέν αποκάλυπταν για τους συνδρομητές, μπορούν πλέον να μαρτυρήσουν ευαίσθητες λεπτομέρειες για την καθημερινή ζωή των υποκειμένων, λεπτομέρειες τις οποίες τα άτομα δεν είχαν καμία πρόθεση να μοιραστούν δημοσίως[32]. Σε αυτό, άλλωστε, έχει συμβάλλει καθοριστικά η αλλαγή του τρόπου, με τον οποίο χρησιμοποιείται το διαδίκτυο από τα υποκείμενα για κάθε πτυχή της ζωής τους, αφού μέσω αυτού επικοινωνούν και συνάπτουν επαγγελματικές, κοινωνικές και προσωπικές σχέσεις. Ακόμη και τα «αρνητικά» μεταδεδομένα, δηλαδή όταν ένα κινητό τηλέφωνο απενεργοποιηθεί, μπορεί να παράξει συμπεράσματα και να διαγνώσει τη συμπεριφορά του χρήστη, αφού τα μοτίβα επικοινωνίας δύνανται να χαρτογραφήσουν λεπτομερώς ακόμα και τις ώρες ύπνου του κάθε ατόμου[33]. Η διάγνωση μοτίβων συμπεριφοράς των χρηστών μέσω των μεταδεδομένων επικοινωνίας, που αφήνουν εν αγνοία τους στα ψηφιακά μέσα επικοινωνίας, αποτελούν πολύτιμα εργαλεία όχι μόνο στην αποκάλυψη ευαίσθητων πληροφοριών για το παρελθόν, αλλά επίσης στην πρόβλεψη της μελλοντικής συμπεριφοράς των ατόμων. Η εν λόγω δεδομενοποίηση, ήτοι η ποσοτικοποίηση των δεδομένων, που προκύπτουν από τη δυνατότητα παραμετροποίησης της ανθρώπινης ζωής, προκειμένου να ταξινομηθεί και να επεξεργαστεί εντός μεγάλων συνόλων, αποτελεί τον απώτερο στόχο της χαρτογράφησης και πρόβλεψης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αφού η μελλοντική τοποθεσία και οι δραστηριότητες ενός ατόμου μπορούν να προβλεφθούν, αναζητώντας μοτίβα στο ιστορικό τοποθεσίας του ιδίου του υποκειμένου, καθώς και του κοινωνικού ιστού του.

  1. ii. Ως εκ τούτου, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της επικοινωνίας πυροδότησε μια βιομηχανία, που χτίστηκε πάνω στην ανεκτίμητη αξία των μεταδεδομένων επικοινωνίας, δηλαδή πάνω σε αυτά τα αυτοματοποιημένα αρχεία καταγραφής, που αποτυπώνουν με ακρίβεια τις συνθήκες της επικοινωνίας[34]. Άξιο μνείας αποτελεί το γεγονός ότι κατά την τελευταία δεκαετία, τα μεταδεδομένα χρησιμοποιούνται ευρέως από τον ιδιωτικό τομέα και την αγορά προσωπικών πληροφοριών για σκοπούς προσωποποιημένης διαφήμισης και άμεσου μάρκετινγκ, καθώς έχουν εμφανιστεί Πάροχοι, που προσφέρουν υπηρεσίες παρακολούθησης, οι οποίες βασίζονται στη σάρωση μεταδεδομένων επικοινωνίας και ειδικότερα πληροφοριών σχετικών με τη γεωγραφική θέση του εξοπλισμού του χρήστη και προσφέρουν δυνατότητες, όπως ο προσδιορισμός του αριθμού των προσώπων, που διαμένουν σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Οι εν λόγω βιομηχανίες έχουν εκτινάξει στα ύψη την κερδοφορία τους, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες, που συνάγονται από τα μεταδεδομένα επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να πιέζουν ασφυκτικά για τη δημιουργία βάσεων δεδομένων απαρτιζόμενων από αυτά[35]. Με το πρόσχημα ότι οι χρήστες έχουν παράσχει συγκατάθεση για τη χρήση των εν λόγω δεδομένων, χωρίς βέβαια να έχουν κατανοήσει το επίπεδο διείσδυσής τους στην ιδιωτική τους ζωή, τα μεταδεδομένα επικοινωνίας αποθηκεύονται και χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς[36]. Οι χρήστες συγκατατίθενται στην επεξεργασία των μεταδεδομένων τους, προκειμένου να λαμβάνουν συγκεκριμένες υπηρεσίες, όπως οι υπηρεσίες προστασίας από δόλιες δραστηριότητες, πλην όμως οι υπηρεσίες αυτές συχνά παρέχονται έναντι μη χρηματικής αντιπαροχής, όπως είναι η έκθεση των χρηστών σε προσωποποιημένο διαφημιστικό υλικό. Εξάλλου, πρόσφατα, οι Πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών έφτασαν στο σημείο να εξαναγκάσουν τους χρήστες να επιλέξουν ανάμεσα στη συλλογή των μεταδεδομένων τους (και εν γένει δεδομένων τους) για σκοπούς συμπεριφορικής διαφήμισης ή στην καταβολή μηνιαίου τέλους συνδρομής για την προστασία της ιδιωτικότητάς τους, γεγονός που αποδυναμώνει παραχρήμα την αξία της πραγματικής συναίνεσης στη χρήση των δεδομένων του ατόμου.

Έτσι, με τον τρόπο αυτό, τα μεταδεδομένα επικοινωνίας χρησιμοποιούνται κι επεξεργάζονται για εμπορικούς σκοπούς, αποκαλύπτοντας στοιχεία του βιο-πορτρέτου του υποκειμένου, που χρήζουν ενισχυμένης προστασίας του απορρήτου, γεγονός που μάλιστα συμβαίνει εν αγνοία του τελικού χρήστη και συνιστά σοβαρή παραβίαση της ιδιωτικής ζωής του[37]. Καθίσταται σαφές από τα παραπάνω ότι τα μεταδεδομένα επικοινωνίας, όταν συλλέγονται σε ευρεία κλίμακα, λειτουργούν ως πλούσιο αποθετήριο προσωπικών πληροφοριών για τα άτομα, καθώς η επεξεργασία τους σε αυτό το εύρος μπορεί να σκιαγραφήσει το κοινωνικό γράφημα του πληθυσμού κατά την πάροδο του χρόνου, χαρτογραφώντας με ακρίβεια τη σύνθεση της εκάστοτε κοινωνικής ομάδας, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των υποκειμένων τους, τις προσωπικές σχέσεις τους, τα μοτίβα συμπεριφοράς τους και την κοινωνική θέση τους[38]. Άλλωστε, η ισχύς των μεταδεδομένων επικοινωνίας και ο ενδεχόμενος αντίκτυπος της συλλογής και επεξεργασίας τους στην ιδιωτικότητα, στην ισότητα και την ελευθερία των ατόμων αυξάνεται όσο μεγαλύτερη είναι η κλίμακα του συλλεχθέντος δείγματος και όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκεια της αποθήκευσης.iii. Περαιτέρω, τα μεταδεδομένα επικοινωνίας ανέκαθεν χρησιμοποιούνταν για στρατιωτικούς σκοπούς, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες έχουν καταστεί σύνηθες εργαλείο για τη διαφύλαξη της δημόσιας ασφάλειας, την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και τη διερεύνηση εγκληματικών δραστηριοτήτων[39]. Άλλωστε, στο πλαίσιο της παρακολούθησης των υποκειμένων, η προγνωστική ανάλυση και η συσχέτιση μοτίβων μεταδεδομένων με την πραγματική ή δυνητική συμπεριφορά των ατόμων παρέχει αποκαλυπτικές πληροφορίες για το ποιοι είμαστε και τι κάνουμε[40]. Συνεπώς, ευχερώς διαγιγνώσκεται ότι οι κρατικές Αρχές και οι εθνικές μυστικές υπηρεσίες, έχοντας διαθέσιμους ανεξάντλητους πορους, μπορούν να προβούν στη συλλογή και επεξεργασία των μεταδεδομένων επικοινωνίας των πολιτών σε τεράστια κλίμακα και να χρησιμοποιήσουν τα εν λόγω δεδομένα τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο μάλιστα και σε επίπεδο ανταγωνισμού κρατών[41].Καταληκτικά, μπορεί να διαπιστωθεί ότι η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας και η καθολική χρήση του διαδικτύου έχουν καταστήσει παρωχημένη τη δυαδική διάκριση μεταξύ μεταδεδομένων και περιεχομένου επικοινωνίας, καθώς τα μεταδεδομένα ενός ατόμου μπορούν να αποτελέσουν περιεχόμενο επικοινωνίας ενός άλλου ατόμου. Το εν λόγω όριο δεν είναι πια αφηρημένο και ασαφές, αλλά καθορίζεται κάθε φορά από τα συναφώς παραγόμενα δεδομένα κάθε επικοινωνιακού γεγονότος[42], με αποτέλεσμα το απόρρητο των μεταδεδομένων επικοινωνίας να χρήζει του ίδιου επιπέδου προστασίας με το περιεχόμενο αυτής.